Κείμενο - φωτογραφίες: Γιάννης Γιατράκος
Ουσιώδεις αλλά και επουσιώδεις λεπτομέρειες, που κάνουν όμως τη διαφορά σχετικά με την επιλογή τακτικής, εργαλείων και ερματισμάτων για ψάρεμα σε σημεία όπου επικρατούν έντονα ρεύματα, χρησιμοποιώντας τις τεχνικές του εγγλέζικου και του Bolognese.
Τα σημεία όπου δημιουργούνται ή και συναντώνται θαλάσσια ρεύματα είναι αυτά που συγκεντρώνουν άφθονη τροφή, κατάλληλη για να προσελκύσει μεγάλα θηράματα. Τα θηράματα αυτά με τη σειρά τους, προσελκύουν και εμάς τους ερασιτέχνες ψαράδες, που αναζητούμε ολοένα και πιο αποτελεσματικούς τρόπους για την αλίευσή τους.
Έντονα ρεύματα θα συναντήσουμε μέσα και έξω από μικρά καταφύγια, μαρίνες με κανάλια και λιμανάκια, όταν επικρατεί δυνατός αέρας με κατεύθυνση προς τη μπούκα τους. Τα νερά εισέρχονται με δύναμη στο λιμανάκι από την είσοδό του, βρίσκουν αντίσταση στα εσωτερικά τοιχώματα και διαγράφουν μια κυκλική πορεία. Φτάνοντας ξανά προς τη μπούκα, στην προσπάθεια να βρουν διέξοδο, συγκρούονται με τα εισερχόμενα ύδατα δημιουργώντας αναταράξεις, στροβιλισμούς και μικρές δίνες. Επίσης θα τα συναντήσουμε σε εκβολές ποταμών, ρυακιών ή σε οποιοδήποτε σημείο της παραλίας καταλήγουν τα βρόχινα νερά ή και αναβλύζουν γλυκά νερά, με ιδιαίτερα εμφανή την ένταση του φαινομένου όταν πέφτει ο αέρας, μετά το πέρας μιας βροχόπτωσης, σε ρηχούς κυρίως βυθούς. Οι τεχνικές του εγγλέζικου και του Bolognese είναι ιδανικές για ψάρεμα σε ρεύματα, προϋποθέτουν όμως τη χρήση κατάλληλων φελλών με τους οποίους εύκολα μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τη ροή των ρευμάτων, παρουσιάζοντας τα δολώματά μας στα σημεία καρτεριών των υποψήφιων θηραμάτων.
Στο παρών άρθρο αναλύουμε τέσσερις βασικούς τύπους ρευμάτων που κυρίως συναντάμε στα ελληνικά νερά και την ανάλογη τακτική που ακολουθούμε για να αυξήσουμε το ποσοστό των επιτυχιών στα ψαρέματά μας:
Κύριο χαρακτηριστικό τους, είναι οι δίνες και οι στροβιλισμοί που δημιουργούνται στην επιφάνεια του νερού από τη σύγκρουση των υποθαλάσσιων ρευμάτων. Ρίχνουμε την αρματωσιά μας στο νερό γύρω στα 15 μέτρα μακριά μας, αφήνοντας περίπου μία οργιά μπόσικα για να κινηθεί ο φελλός μας με σχετική ελευθερία. Μόλις το ρεύμα τεντώσει τη μάνα του μηχανισμού προς μία κατεύθυνση, μετά από λίγο παρατηρούμε αλλαγή πορείας του φελλού μιας και με το τέντωμα της πετονιάς, έχει μετακινηθεί η αρματωσιά μας βρίσκοντας άλλο ρεύμα. Το μαλάγρωμα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πολύ δύσκολο καθώς σπάνια συγκεντρώνεται σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, οπότε κάθε φορά που ρίχνουμε την αρματωσιά μας στο νερό, ρίχνουμε και μία σφεντονιά bigattini πάνω στο φελλό μας. Πιθανοί τόποι συγκέντρωσης μαλάγρας και ψαριών, είναι τα σημεία αλλαγής πορείας των ρευμάτων.
Τα συναντάμε σε ρηχούς κυρίως βυθούς με βάθος έως 1,5 – 2 οργιές όπου η δύναμη του επιφανειακού ρεύματος συμπαρασύρει και το υποθαλάσσιο. Έχοντας τον αέρα στην πλάτη μας, είναι ίσως το πιο εύκολο σε εκτέλεση ψάρεμα από πλευράς αποτελεσματικού μαλαγρώματος. Ρίχνουμε την αρματωσιά μας στο νερό, σε κοντινή από εμάς απόσταση, έχοντας ανοικτό το pick-up του μηχανισμού μας εμποδίζοντας όμως το ξετύλιγμα της πετονιάς από τη μπομπίνα με το δάχτυλό μας (φώτο 1-2). Με το τέντωμα της πετονιάς από το ρεύμα, την αφήνουμε να ξετυλίγεται ρυθμικά από την μπομπίνα σπείρα – σπείρα, ελέγχοντας συνεχώς την ταχύτητα ξετυλίγματος με το δάχτυλο και παρακολουθούμε το φελλό να απομακρύνεται από εμάς. Κάθε τόσο, μπορούμε να κοντράρουμε για λίγο τον φελλό, σταματώντας για μερικά δευτερόλεπτα τη ροή ξετυλίγματος. Μαλαγρώνουμε συνεχώς σε ένα κοντινό σε εμάς σημείο, στην ίδια ευθεία με τον φελλό μας.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η κατεύθυνση των υποθαλάσσιων ρευμάτων, ορίζεται αντίθετα με αυτή του επιφανειακού αέρα. Όταν ισχύει το παραπάνω και έχουμε τον αέρα στην πλάτη, παρατηρούμε τον φελλό να έρχεται σιγά – σιγά προς τα εμάς. Συμπερασματικά, εκτελούμε δυναμική βολή τόσο μακριά, έως εκεί που φτάνει η σφεντονιά με τη μαλάγρα μας. Λεβάρουμε μερικές μανιβελιές με τη μύτη του καλαμιού μας χωμένη στο νερό για βυθίσουμε γρήγορα την πετονιά μας και μετά, μαζεύουμε συνεχώς ρυθμικά τα μπόσικα όσο μας πλησιάζει ο φελλός.
Σαφέστατα, με μεγαλύτερα βάρη φελλών, μπορούμε να δουλέψουμε και αντίστροφα όταν επιλέξουμε να ψαρέψουμε με τον αέρα κατάφατσα, αντιμετωπίζοντας όμως ιδιαίτερη δυσκολία στο ξετύλιγμα της πετονιάς, επειδή εμποδίζεται η ροή της από τον δυνατό αέρα. Το ίδιο πρόβλημα θα έχουμε φυσικά και στο μαλάγρωμα.
Θα τα συναντήσουμε σε μπούκες μεγάλων λιμανιών, κάτω από γέφυρες και σε εκβολές ποταμών. Ορίζονται από τη δύναμη των υδάτων και σπάνια παίζει ρόλο στην κατεύθυνση τους η ένταση του επιφανειακού αέρα. Χαρακτηριστική είναι η δύναμή τους, αφού μπορούν να μετακινήσουν το φελλό μας στα 20 μέτρα από εμάς μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Στις εκβολές των ποταμών ειδικά, ακόμα και 40 γραμμάρια ερματίσματος φελλού μπορούν να αποδειχτούν λίγα. Σε τέτοια ρεύματα ανακαλύπτουμε τους περιορισμούς του εγγλέζικου και του Bolognese, εφόσον πολλές φορές η χρήση των συγκεκριμένων τεχνικών, κρίνεται απαγορευτική. Ο μόνος τρόπος για να ψαρέψουμε σε γρήγορα και δυνατά ρεύματα είναι κοντράροντας με το καλάμι μας τους ειδικά σχεδιασμένους για ρεύματα υδροδυναμικούς φελλούς, έχοντας ένα μεγάλο ποσοστό του ερματίσματός μας τοποθετημένο χαμηλά στην αρματωσιά μας για να μην ανασηκώνεται το δόλωμα.
Η τακτική μας ξεκινάει από τον προσδιορισμό των συνθηκών που επικρατούν (δυνατός αέρας, κατά τόπους βροχοπτώσεις, έντονη νεφοκάλυψη) και την κατάσταση των νερών στα οποία έχουμε επιλέξει να ψαρέψουμε (φουσκονεριά, θολούρα, ανακατωσούρα, στροβιλισμός). Ιδανικές ώρες σε τέτοιες συνθήκες είναι το σούρουπο και η αυγή, αλλά και οι βραδινές ώρες. Επιλέγουμε πάντα να ψαρεύουμε από τις πλευρές που "δέρνονται" κυριολεκτικά από τον αέρα, αλλά σε σημεία στα οποία έχουμε τον άνεμο στην πλάτη μας όπως λιμανάκια, ακρόκαβα, κολπίσκοι. Η βυθομέτρηση κρίνεται αναγκαία ρυθμίζοντας το αγκίστρι μας να ψαρεύει μόλις μερικά εκατοστά πάνω από το βυθό, έχοντας υπόψη μας ότι θα σηκωθεί ψηλότερα λόγω της ταχύτητας των ρευμάτων. Με το μάτι, μόνο η εμπειρία μπορεί να μας βοηθήσει να "διαβάσουμε" σωστά την πραγματική κατεύθυνση των ρευμάτων προτού αρχίσουμε το ψάρεμα. Εμπειρία που έρχεται μετά από αρκετές ώρες ψαρέματος σε ρεύματα, γνώση της τοποθεσίας αλλά και συνεχόμενους πειραματισμούς. Δεν είναι υπερβολή εάν σας πούμε ότι έχουμε κόψει και ξανά στήσει αρματωσιές έως και τρεις φορές σε μία ψαρευτική συνεδρία μέχρι να έρθει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Πολλές φορές βέβαια, βοηθάει να ρίχνουμε καμιά χούφτα bigattini μπροστά μας και να παρατηρούμε την πορεία τους!
Στη περίπτωση των ρευμάτων που αλλάζουν συνεχώς κατεύθυνση προτιμάμε ερματίσματα προοδευτικού τύπου σε συνδυασμό με εγγλέζικους φελλούς τύπου stick ή κλασσικούς φελλούς Bolognese (φώτο 3), μονταρισμένους στην μάνα του μηχανισμού με σιλικονούχα σωληνάκια. Φελλοί ειδικά σχεδιασμένοι για νερά που στροβιλίζονται, όταν δεν τους κοντράρουμε με το καλάμι μας για πολύ ώρα. Τα προοδευτικού τύπου ερματίσματα, είναι τα ερματίσματα τα οποία τοποθετούνται στην πετονιά μας από το μεγαλύτερο βαριδάκι κοντά στο φελλό μας, προχωρώντας σταδιακά προς στο μικρότερο κοντά στο παράμαλλο, αφήνοντας ίσες (σχήμα 1) ή προοδευτικά αυξανόμενες αποστάσεις (σχήμα 2), ενώ αποτελούν τον πιο αποτελεσματικό τρόπο παρουσίασης του δολώματός μας σε μεσαίας δύναμης ρεύματα.
Στα ρεύματα που έχουν την ίδια κατεύθυνση με τον επιφανειακό αέρα, χρησιμοποιούμε αμολύβωτους (unloaded) εγγλέζικους φελλούς τύπου waggler, περασμένους στην πετονιά χωρίς στριφταροπαραμάνα και μπλοκαρισμένους ανάμεσα από ειδικά στρογγυλά βαρίδια τα οποία διαθέτουν στο εσωτερικό τους σιλικονούχο σωληνάκι για το πέρασμα της πετονιάς (φώτο 4). Χρησιμοποιούμε αυτούς τους πολύ ευαίσθητους φελλούς όταν δεν υπάρχει ανάγκη για μεγάλη απόσταση βολής – ψαρέματος για δύο λόγους:
Καταρχάς, με το συγκεκριμένο τρόπο μονταρίσματος, δημιουργείται ένα άκαμπτο "Τ" μεταξύ πετονιάς και φελλού, που κρατάει αποτελεσματικά βυθισμένη την μάνα για 1,5 μήκος φελλού χωρίς προσπάθεια, ακόμα και με περιοδικά κοντραρίσματα του φελλού με το καλάμι μας. Ο δεύτερος λόγος χρήσης των παραπάνω φελλών, προκύπτει απ’ την ανάγκη για μεγαλύτερο ποσοστό ερματίσματος χαμηλότερα στην αρματωσιά μας. Ισχυρά ρεύματα και κοντράρισμα με το καλάμι, ισοδυναμούν με σήκωμα του δολώματός μας από το βάθος βυθομέτρησης. Το βάρος που λείπει από το στέλεχος του φελλού, μπορούμε να το κατανέμουμε σε όποιο σημείο της αρματωσιάς μας επιθυμούμε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δημιουργούμε μία συστάδα από ενωμένα δαγκωτά μολυβάκια ίσου βάρους ακόμα και πενήντα εκατοστά από το αγκίστρι μας, ενισχύοντας την ακαμψία και την αντίσταση της αρματωσιά στα ρεύματα, έχοντας το περιθώριο να προσθέσουμε ακόμα ένα ή δύο βαριδάκια αν χρειαστεί, σε προοδευτικά ίση απόσταση, φτάνοντας ακόμα και σε τριάντα εκατοστά απόσταση από το αγκίστρι μας (σχήματα 3, 4)
Τα πιο ήπια ρεύματα που θα συναντήσουμε στα ψαρέματά μας είναι τα αντίθετης κατεύθυνσης με τον επιφανειακό άνεμο, λόγω της ισορροπίας δυνάμεων που επικρατούν. Χρησιμοποιούμε τους κλασσικούς μολυβωμένους (loaded waggler) εγγλέζικους φελλούς για να πιάσουμε την επιθυμητή απόσταση, περασμένους στην πετονιά μας με μεταλλική στριφταροπαραμάνα και μπλοκαρισμένους με backshots από δαγκωτά μολυβάκια για να κρατάμε βυθισμένη την πετονιά μας και να έχουμε καλύτερο έλεγχο του φελλού καθ’ όλη τη διάρκεια που μαζεύουμε τα μπόσικα (φώτο 5). Το μεγαλύτερο μέρος του ερματίσματος τοποθετείται γύρω από το φελλό, ενώ ένα βαριδάκι τοποθετείται στη μάνα ακριβώς πάνω από την σύνδεση με το παράμαλλο, αφήνοντας ελεύθερη την παρουσίαση του δολώματός με τη φορά του ρεύματος (σχήμα 5)
Στα πολύ δυνατά ρεύματα προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, όπου το κοντράρισμα των ειδικού τύπου υδροδυναμικών φελλών (φώτο 6) σε κοντινή απόσταση από το καλάμι μας είναι αναπόφευκτο, είμαστε υποχρεωμένοι να ερματίσουμε το μεγαλύτερο ποσοστό του βάρους χαμηλά, σε κοντινή απόσταση από το αγκίστρι. Χρησιμοποιούμε φελλούς μεγάλου ερματίσματος σε συνδυασμό με μολύβια σταγόνες και δαγκωτά μολυβάκια για καλύτερο αποτέλεσμα (σχήμα 6)
Αν και το παραπάνω κριθεί ανεπαρκές σε σχέση με τη δύναμη των ρευμάτων, τότε καταφεύγουμε στο λεγόμενο "υπερερματισμό", χρησιμοποιώντας μεγαλύτερο βάρος από την ικανότητα ερματίσματος του φελλού μας - ο οποίος όμως έχει βυθομετρηθεί σωστά - τοποθετημένο χαμηλά ως τελικό εργαλείο της αρματωσιάς και το παράμαλλο μας περασμένο με τρόπο pater noster και τοποθετημένο τουλάχιστον 50 εκατοστά πάνω από το βάρος (σχήμα 7)
Όπως θα έχετε ήδη συμπεράνει, στο ψάρεμα με ρεύματα υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να πάρουμε το τσίμπημα κατευθείαν στη μύτη του καλαμιού μας, λόγω της έλλειψης μπόσικων ή και του κοντραρίσματος του φελλού μας. Ένα εγγλέζικο καλάμι με γρήγορη δράση ή με απλά λόγια δράσης κορυφής, οδηγεί σε σίγουρα ξεκαρφώματα στα διστακτικά και επιπόλαια τσιμπήματα. Από την άλλη, ένα παραβολικό καλάμι Bolognese πολύ απλά, δεν προλαβαίνει να καρφώσει. Τη λύση μας την προσφέρουν τα καλάμια με ημιπαραβολική δράση, που στην περίπτωσή μας, μας εξασφαλίζουν σίγουρο και δυνατό κάρφωμα. Επίσης, τα ημιπαραβολικά καλάμια πλεονεκτούν και κατά τη διάρκεια μιας μάχης με έναν αξιόλογο αντίπαλο, καθώς οι δυνάμεις δεν μεταφέρονται πολύ κοντά ή και πάνω στο χέρι με το οποίο κρατάμε το καλάμι και διατηρούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο καλή και ξεκούραστη επαφή με τον αντίπαλό μας.
Μιας και αναφέραμε τα καλάμια με δράση κορυφής, αξίζει τον κόπο να σημειώσουμε πως τα τελευταία χρόνια, έκαναν την εμφάνισή τους στην ελληνική αγορά, καλάμια μόνο με δράση κορυφής και από εκεί και κάτω… κούτσουρα. Με λίγα λόγια, καλάμια χωρίς κανένα ψαρευτικό χαρακτήρα, παντελώς άχρηστα, τα οποία απλά ακολουθούσαν μια νέα τάση μόδας χωρίς τίποτα άλλο στα χαρακτηριστικά τους. Τα πραγματικά καλάμια με δράση κορυφής, απαιτούν από τον ψαρά συνεχείς και λεπτομερειακές μικρορυθμίσεις της γωνίας του καλαμιού κατά τη διάρκεια της μάχης. Τα σωστά καλάμια με δράση κορυφής, από τη στιγμή που η μύτη τους τερματίζει, πρέπει αυτόματα να αρχίσει να δουλεύει σταδιακά και το υπόλοιπο καλάμι, γεγονός που ορίζει και το Rod Power του καλαμιού.
Έχοντας απομυθοποιήσει το ρητό "μεγάλο δόλωμα, μεγάλο ψάρι", το bigattini παραμένει το κορυφαίο δόλωμα για τις συγκεκριμένες τεχνικές...
Κάτι πολύ σημαντικό, είναι οι μηχανισμοί που θα επιλέξουμε να χρησιμοποιήσουμε. Μεγάλοι μπροστόφρενοι μηχανισμοί με ρηχές μπομπίνες μεγέθους έως 3000 είναι ιδανικοί για αυτούς τους τύπους των ψαρεμάτων. Μπροστόφρενοι για το μικρότερο βάρους τους αλλά και για την ποιότητα κύλισης των φρένων, ειδικά στις σκληρότερες ρυθμίσεις. Μεγάλου μεγέθους μηχανισμοί, για τη μεγαλύτερη ικανότητα περιέλιξης της πετονιάς σε εκατοστά (retrieve), χαρακτηριστικό απαραίτητο για να μη χάνουμε επαφή με κάποιο ψάρι, όταν μαζεύουμε πετονιά κατά τη διάρκεια που "τρομπάρουμε" με το καλάμι μας. Ρηχές μπομπίνες, για μην είμαστε αναγκασμένοι να βάζουμε πάνω από 150 μέτρα πετονιάς στον μηχανισμό μας. Μεγαλύτερες μπομπίνες δημιουργούν μεγαλύτερες σπείρες πετονιάς, συνεπώς λιγότερο κατσάρωμα.
Η ένταση του επιφανειακού αέρα είναι και ο πιο περιοριστικός παράγοντας για το μήκος και το είδος καλαμιού που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε. Το μεγάλο μήκος ενός καλαμιού Bolognese ισοδυναμεί με καλύτερο έλεγχο του φελλού, ειδικά για ψάρεμα σε κοντινές αποστάσεις. Επίσης, το μεγάλο μήκος του μας ευνοεί στο να δώσουμε μάχη με σκληρή ρύθμιση φρένων ιδίως σε κοντινές αποστάσεις και σε πιο βαθιά νερά με πολύ ισχυρά ρεύματα, όπου η εκμετάλλευση του μήκους για την κατασκευή των απαραίτητα σταθερών αρματωσιών μας, αποτελεί μονόδρομο. Σε πιο ρηχά νερά και σε σχετικά μακρινή απόσταση, ειδικά με την παρουσία έντονου αέρα, στρεφόμαστε αναγκαστικά σε καλάμια εγγλέζικου τύπου. Λόγω του μικρότερου μήκους αλλά και της παρουσίας πολλών οδηγών, η μύτη τους είναι πιο στιβαρή ενώ η συμπεριφορά τους κατά τη διάρκεια της μάχης αλλά και του καρφώματος σε μεγαλύτερη απόσταση, είναι αποτελεσματικότερη καθώς η δράση του καλαμιού κατανέμεται προοδευτικά (progressive action). Με γνώμονα την ευκολία χρήσης, η μέση λύση βρίσκεται σε μεγάλου μήκους εγγλέζικα καλάμια. Ξεφεύγοντας από τα τετριμμένα, έχουμε κατά καιρούς χρησιμοποιήσει εγγλέζικους φελλούς σε Bolognese καλάμια. Τίποτα δεν μας εμποδίζει να πράξουμε και το αντίθετο, εάν το απαιτούν οι συνθήκες.
Γλωσσάρι εγγλέζικων φελλών
Σκοπός μας δεν είναι να αλλάξουμε τα δεδομένα που έχουν ήδη δημιουργηθεί στην ελληνική αρθρογραφία, αλλά να ωθήσουμε τους Έλληνες ψαράδες να χρησιμοποιήσουν τους κατάλληλους φελλούς στις κατάλληλες συνθήκες. Γι’ αυτό θεωρήσαμε σωστό να φτιάξουμε ένα μίνι γλωσσάρι εγγλέζικων φελλών λύνοντας επιτέλους την παρεξήγηση για τους φελλούς τύπου stick που έχει προκληθεί από λάθος εκφράσεις και μεταφράσεις των Ιταλών συναδέλφων μας.
Stick float: Μακρόστενος φελλός με λεπτή βάση και κωνικά φαρδύτερη κορυφή, ο οποίος μοντάρεται στην πετονιά με τουλάχιστον δύο σιλικονούχα σωληνάκια.
Waggler: Οποιοσδήποτε φελλός "κρεμιέται" από την πετονιά μας μέσω ενός κρίκου ή μιας οπής στη βάση του, με τη βοήθεια στριφταροπαραμάνας ή μη.
Loaded: Με βάρος τοποθετημένο στη βάση του στελέχους του.
Unloaded: Χωρίς καθόλου βάρος τοποθετημένο στη βάση του στελέχους του. Σαν αποτέλεσμα, έχουν μεγαλύτερη ικανότητα ερματίσματος.
Straight: Ίσιος.
Bodied: Με στρογγυλό ή ωοειδές σώμα στη βάση του στελέχους.
Crystal: Διάφανος, φτιαγμένος συνήθως από πλαστικό.
Peacock: Στέλεχος φτιαγμένο με φτερό από παγώνι.
Insert: Με υποδοχή για κεραία / σιάλουμ
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον πιο συνηθισμένο εγγλέζικο φελλό στα ελληνικά νερά και λανθασμένα γνωστό σε μας πλέον ως stick: αν θέλαμε να τον περιγράψουμε με την αγγλική ορολογία θα λέγαμε ότι είναι Straight loaded crystal insert waggler.
Πλην των καιρικών συνθηκών, διαλέγουμε τους τύπους των φελλών που θα χρησιμοποιήσουμε ανάλογα και με το δόλωμα που έχουμε επιλέξει. Έτσι για παράδειγμα, οι κοντόχοντροι φελλοί με σχετικά μεγάλο βάρος ερματίσματος είναι κατάλληλοι για μεγάλα και βαριά δολώματα όπως η ζωντανή γαρίδα, τα ζυμάρια, τα τριγωνάκια σαρδέλας κλπ., και έχουν καλύτερη συμπεριφορά σε έντονα ρεύματα, ειδικά όταν συνδυάζονται με ελαφρύ κυματισμό. Επίσης, τα μήκη των φελλών έχουν να κάνουν και με το βάθος του βυθού που έχουμε επιλέξει να ψαρέψουμε. Για παράδειγμα, ένας μακρυστέλεχος φελλός, ναι μεν κρατάει μεγαλύτερο μήκος της πετονιάς μας βυθισμένο, αλλά σε ένα ρηχό βυθό μπορεί να φοβίζει τα πιθανά θηράματα να τσιμπήσουν το δόλωμα μας.
Οι μαλακές πετονιές έχουν την τάση να τυλίγονται ομοιόμορφα και πιο σφιχτά στην μπομπίνα του μηχανισμού μας, κάτι το οποίο είναι απαραίτητο όταν τις αφήνουμε να ξετυλίγονται με ανοιχτό pick-up σε συνθήκες αέρα για να αποφύγουμε τις ανεπιθύμητες "φωλιές". Επειδή ακριβώς οι πετονιές είναι μαλακές, έχουν πολύ μικρότερο βάρος και σε συνθήκες αέρα, χρειάζεται να υποβοηθήσουμε το βύθισμά τους. Απαραίτητα κατασκευασμένα από fluorocarbon τα παράμαλλά μας, όχι μόνο για την μεγαλύτερη αορατότητα τους αλλά και για την ικανότητα τους να βυθίζονται γρήγορα. Αν και δεν συμπαθούμε τα κοντά σε μήκος παράμαλλα, αφού λόγω μειωμένης ελαστικότητας περιορίζεται η αντοχή τους, οπότε και στην περίπτωσή τους, προτιμάμε μαλακά fluorocarbon για να μπορούμε να τοποθετούμε άφοβα βαριδάκια επάνω τους χωρίς να τα πληγώνουμε.
Όσο μεγαλώνει η ποιότητα αλλά και οι αντοχές των πετονιών που χρησιμοποιούμε, τόσο δημιουργείται και η ανάγκη για μικρά αγκίστρια τα οποία να αντέχουν στις μεγάλες τάσεις που τους ασκούνται. Μικρό στέλεχος αγκιστριού σε συνδυασμό με μεγάλο άνοιγμα οδηγεί σε ανεπιθύμητα ανοίγματα και σπασίματα. Γι’ αυτό κι όσον αφορά τα μικρά αγκίστρια για bigattini, στραφήκαμε στα τύπου crystal τα οποία λόγω σχεδιασμού, αντέχουν σε μεγάλες πιέσεις χωρίς να ανοίγουν ή να σπάνε. Η παλέτα κρίνεται απαραίτητη σε αυτού του τύπου τα αγκίστρια για να είναι πιο αποτελεσματικά κατά την ώρα του καρφώματος. Σε πιο μεγάλα δολώματα, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και μεγαλύτερα αγκίστρια με μεγάλο άνοιγμα και μάτι αντί για παλέτα, ευνοώντας με αυτό τον τρόπο τη χρήση δυνατότερων κόμπων.
Τίποτα τελικά δεν είναι πιο αποδοτικό στις τεχνικές του εγγλέζικου και του Bolognese από το να ψαρεύουμε με το ίδιο δόλωμα με το οποίο παράλληλα μαλαγρώνουμε. Έχοντας απομυθοποιήσει το ρητό "μεγάλο δόλωμα, μεγάλο ψάρι", το bigattini παραμένει το κορυφαίο δόλωμα για τις συγκεκριμένες τεχνικές. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν συγκεκριμένα αξεσουάρ που μας επιτρέπουν να φτιάξουμε μεγάλες δολωσιές χρησιμοποιώντας bigattini. Μπορούμε κάλλιστα να ενισχύσουμε και την κινητικότητά του, η οποία μειώνεται αυτή την εποχή λόγω κρύου, με τη χρήση κάποιων συγκεκριμένων προϊόντων όπως το Kurkuma. Μια καλή ιδέα επίσης είναι να "αρωματίζουμε" τα bigattini, ρίχνοντας στη σακούλα μεταφοράς τους μερικά ml αμινοξέα σε σκόνη, τουλάχιστον μισή ώρα προτού αρχίσουμε το ψάρεμα. Προσοχή να μην αγγίξουμε τα μάτια μας με λερωμένα χέρια.
Αρματωσιές εγγλέζικου - bolognese για ρεύματα...
Το παραπάνω άρθρο, έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό "Ψαρεύω"